Του Γιώργου Δ. Ανδρέου
Αν και κρίση βλέπουμε στα μεγάλα μανάβικα και τα σούπερ Μάρκετ ραδίκια από την Τουρκία, σκόρδα από την Κίνα , πατάτες από την Αίγυπτο και άλλα πολλά «εδώδιμα» προϊόντα, που έγιναν «αποικιακά», όπως λέγαμε παλαιότερα τα εισαγόμενα, που δεν παράγονταν στη χώρα μας. Και οι εύφοροι κάμποι μας ακαλλιέργητοι.
Διάβασα πως στη Μακεδονία οι μεγάλοι ποτιστικοί κάμποι μένουν σχεδόν 25% ακαλλιέργητοι. Το ίδιο, αν και σε μικρότερο ποσοστό, στη Θεσσαλία. Οι αιτίες πολλές και διάφορες.
Αφήνω τη σοφία του φωστήρα, που εξώθησε τους αγρότες να γίνουν εκμεταλλευτές Φωτοβολταϊκών, στα καλύτερα σημεία των κάμπων, μετατρέποντάς τους σε άκοπους εισοδηματίες και κάνοντας κάποιους επιτήδειους πλούσιους. Φοβάμαι ότι τα Φ/Β θα αποδειχθούν Ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, που θα κουρευτούν βιαίως.
Υπάρχει ένα άλλο θέμα, που έχει περάσει απαρατήρητο, και συναρτάται με την κατασπατάληση των Κοινοτικών επιδοτήσεων, εκτός του σκοπού για τον οποίο δόθηκαν, χωρίς έλεγχο, κρατική εποπτεία και καθοδήγηση.
Το 2005 και επειδή είχε παραγίνει το κακό με τις απάτες και τις υπεξαιρέσεις Κοινοτικών Επιδοτήσεων στα γεωργικά προϊόντα, η πολιτεία αποφάσισε να λάβει μέτρα, υπό την Ευρωπαϊκή απειλή διακοπής τους. Έτσι με τις ΚΥΑ 292464/205 (ΦΕΚ Β 1122/9.8.2005 και ΦΕΚ Β 422/7.4.2006), άλλαξε ο τρόπος καταβολής των Κοινοτικών Επιχορηγήσεων στα βασικά αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα, με αιχμή το λάδι, το βαμβάκι και το κρέας. Μετά το 2006 η Κοινοτική Επιχορήγηση καταβάλλεται απευθείας στους δικαιούχους αγρότες και κτηνοτρόφους, ως σταθερό «δικαίωμα ενιαίας ενίσχυσης», που υπολογίσθηκε με βάση το μέσο όρο των ενισχύσεων, που είχαν εισπράξει την (ύποπτη) «περίοδο αναφοράς» (από 1999 έως και 2002).
Μέχρι εδώ το μέτρο, στο βαθμό που περιόρισε τη ρεμούλα, φαίνεται«λογικό».
Έλα όμως που πάλι κάτι δεν έγινε σωστά, φοβάμαι ηθελημένα. Ο νόμος δεν προέβλεψε την συνέχιση της καλλιέργειας των κτημάτων με το ίδιο ή άλλο προϊόν, ως προϋπόθεση της καταβολής της Κοινοτικής ενίσχυσης, που συνεχίζεται έκτοτε ως πάγιο ποσό. Πρόβλεπε μόνο να διατηρούνται τα κτήματα «σε καλή γεωργική κατάσταση». Ακατάληπτος και ανούσιος όρος που δεν ελέγχεται από κανένα.
Αποτέλεσμα. Πολλοί κτηματίες , είτε αρκούνται στην είσπραξη της επιδότησης και δεν καλλιεργούν τα κτήματα, είτε τα καλλιεργούν με απλές καλλιέργειες χωρίς πολλά έξοδα και κόπο. Και εισπράττουν σταθερή κοινοτική επιδότηση, ως αφορολόγητο εισόδημα και όχι για την βελτίωση της παραγωγής κλπ. Ο ίδιος δηλαδή ο νόμος έστειλε αγρότες στα καφενεία.
Έτσι σταδιακά εγκαταλείφθηκαν καλλιέργειες , μειώθηκε η γεωργική παραγωγή και υποκαταστάθηκε από εισαγωγές, σε βάρος της εθνικής οικονομίας.
Η τακτική αυτή έγινε συνήθεια και νοοτροπία.
Επειδή όμως, με όσα ακούγονται και αποκαλύπτονται, οφείλουμε να είμαστε καχύποπτοι και πιθανόν η «παράλειψη» αυτή να μην οφείλεται σε αμέλεια, αλλά να έγινε σκόπιμα για να μην γίνεται έλεγχος των επιχορηγήσεων, που παγιώθηκαν με βάση τα τότε «ύποπτα» στοιχεία, το θέμα πρέπει να αντιμετωπισθεί άμεσα. Εκτός αυτού και επειδή είναι εθνική πλέον ανάγκη, πρώτα απ’ όλα να αλλάξουμε νοοτροπία αλλά και τα κακώς κείμενα. Παντού.
Να λοιπόν μια παρέμβαση- μεταρρύθμιση , που επιβάλλεται να γίνει από την πολιτεία –τώρα – με άμεσες ευεργετικές συνέπειες. Η λύση είναι εύκολη, ανέξοδη και άμεσα αποτελεσματική.
Να τροποποιηθούν οι Υπουργικές Αποφάσεις του 2005/6 με μια απλή διάταξη, που να θέτει ως προϋπόθεση της συνέχισης της καταβολής της κοινοτικής επιχορήγησης την υποχρεωτική καλλιέργεια των κτημάτων με το ίδιο προϊόν, για το οποίο καταβάλλεται η επιχορήγηση. Ή με άλλο προϊόν, μετά από έγκριση τω αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης. Αλλιώς να διακόπτεται. Με τον τρόπο αυτό, αφ’ ενός μεν θα υποχρεωθούν πολλοί να εγκαταλείψουν τα καφενεία και να καλλιεργήσουν τη γη τους και αφ’ ετέρου το κράτος θα μπορεί να παρεμβαίνει ρυθμιστικά και να κατευθύνει την γεωργική παραγωγή προς επιθυμητές καλλιέργειες. Και βέβαια να ελέγχει πως και γιατί εισπράττουν κάποιοι τεράστια – αφορολόγητα – ποσά χωρίς να καλλιεργούν. Η λύση αυτή μπορεί να έχει και παραπέρα ευεργετικές συνέπειες στο ύψος των μισθωμάτων των χωραφιών, που θα πέσουν, λόγω μεγάλης προσφοράς, μειώνοντας το κόστος παραγωγής, επ’ ωφελεία των πραγματικών αγροτών.
Έτσι θα ζωντανέψουν και πάλι οι κάμποι, που αφήσαμε να ερημωθούν, θα αυξηθεί η απασχόληση στον πρωτογενή τομέα και θα γεμίσουν τα ράφια με Ελληνικά Προϊόντα.
Τα πράγματα μπορεί να είναι απλά και εύκολα , αν υπάρχει βούληση, πολιτικό θάρρος και βέβαια στοιχειώδης λογική και γνώση.
(Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα το Πρώτο Θέμα στο φύλλο της Κυριακής 9/9/2012)
Δημοσίευση σχολίου