"Αγοράζω χρυσό", η νέα επικερδής επιχείρηση

Φύτρωσαν σαν τα μανιτάρια το τελευταίο διάστημα, με το ρυθμό της απόγνωσης που χτυπάει τα ελληνικά νοικοκυριά. Πηχυαίες επιγραφές, μεγάλες, ακόμη και ολοσέλιδες, καταχωρήσεις στις εφημερίδες, διαφημιστικά φυλλάδια στις πολυκατοικίες και στα αυτοκίνητα, «διαλαλούν» το νέο προσοδοφόρο επάγγελμα που στήθηκε στην πιάτσα της Αθήνας. «Αγοράζω χρυσό, παλιά κοσμήματα, χρυσά δόντια, λίρες... όλα αντί μετρητών». Πόσα; Λίγα, πολύ λίγα σε σχέση με την τιμή της αρχικής τους αγοράς.

Ένα τριήμερο «οδοιπορικό» του ΑΠΕ-ΜΠΕ στην αγορά του κατοχικού αυτού φαινομένου δίνει την εικόνα της Ελλάδας, που μόλις αρχίζει να αναδύεται. Την εικόνα της χώρας του πόνου και της κερδοσκοπίας. Μόνο στην οδό Ερμού υπάρχουν πέντε τέτοιες επιχειρήσεις, κάποιες με κόκκινες επιγραφές, που αναβοσβήνουν αλά ...«Λας Βέγκας», προκειμένου να τραβήξουν την προσοχή. Αρκετές κρύβονται στα στενά δρομάκια του κέντρου, από το Σύνταγμα ίσαμε την Ομόνοια, με κοινό παρονομαστή, στην πλειονότητά τους, «κράχτες» στο πεζοδρόμιο.


Είναι γραφεία σε κάποιον όροφο, χωρίς πολυτέλειες, λιτά, με μόνο εργαλείο της δουλειάς την πλακέτα, όπου ξύνεται το κόσμημα για να αφήνει το χρυσό «στίγμα» του, τα φιαλίδια με το ειδικό υγρό για τον εντοπισμό των καρατίων που θα καλύψουν τη «γρατσουνιά» και θα αποκαλύψουν αν αλλάζει χρώμα, ως δείγμα γνησιότητας, και φυσικά την απαραίτητη ζυγαριά ακριβείας.
Δε χρειάζονται πολλές εξηγήσεις. Κανείς δε ρωτάει. Υπόθεση ρουτίνας η διαδικασία. Δίνεις τα κοσμήματα, τεστάρονται τα καράτια, ζυγίζονται, γίνεται ο υπολογισμός στο κομπιουτεράκι και ιδού η τιμή σε «ζεστά» ευρώ. Κοψοχρονιά. Αν μείνεις άφωνος από το προσφερόμενο αντίτιμο, κάποιοι «σοφοί» επαγγελματίες, γνωρίζοντας τον ύψιστο βαθμό ανταγωνιστικότητας στην πιάτσα το τελευταίο διάστημα, δε θα διστάσουν να ρωτήσουν: «Έχετε πάρει καλύτερη προσφορά;». Για να προσθέσουν λίγα παραπάνω ψίχουλα μη και χάσουν το «τεφαρίκι». Άλλοι είναι ακατέβατοι στην τιμή που θα πουν, και μάλιστα κατά περίεργο τρόπο είναι η χαμηλότερη. Έτσι μία καδένα 18 καρατίων και 26 γραμμαρίων αξίας 1.500 ευρώ, τώρα μπορεί να πουληθεί από 400 έως 600 ευρώ. Κι αν σκεφτεί κανείς ότι ο χρυσοχόος αγοράζει το γραμμάριο του χρυσού 18 καρατίων 40 ευρώ και το πουλά από 60 έως 100 ευρώ, αντιλαμβάνεται τι σημαίνει ξεπούλημα, όταν τώρα θα μπορέσει κάποιος να αποτιμήσει από 15 μέχρι 20 ευρώ το πολύ το γραμμάριο.

«Είναι θλιβερό αυτό που συμβαίνει. Από τη μία οι άνθρωποι που έχουν ανάγκη κι από την άλλη οι αετονύχηδες. Έχει γεμίσει ο τόπος τελευταία, από ανθρώπους που δεν υπήρχαν στην αγορά, ντόπιους, αλλά και πολλούς ξένους που έχουν στήσει γραφεία», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Νίκος, χρυσοχόος... παλιάς κοπής, στην περιοχή του Συντάγματος.

«Πριν από λίγες ημέρες, μία κοπέλα μού έφερε με δάκρυα στα μάτια τα κοσμήματα του γάμου της, που της είχε αγοράσει από εμένα ο σύζυγός της. Ένα μονόπετρο με μπριγιάν, ένα ζευγάρι σκουλαρίκια και τη βέρα της. Έπειτα από ένα διαζύγιο, μία απόλυση και με δύο μικρά παιδιά, είχε πρόβλημα επισιτισμού. Ήταν σε κακό χάλι, πολύ αδύνατη, αγνώριστη, σε κατάσταση πανικού. Ξέρετε πόσα της είχε προσφέρει για όλα τα κοσμήματα ένα γειτονικό γραφείο; 300 ευρώ».
Στην περίπτωση αυτή δε «ζυγιστήκαν» μόνο τα κοσμήματα, αλλά και το άτομο και ο βαθμός απελπισίας. Κανόνες της ελεύθερης αγοράς. Ζήτησης και προσφοράς. Όλα νόμιμα, ή σχεδόν νόμιμα, με μικρή ή πολύ μικρή απόδειξη -αν θέλεις καλύτερη τιμή- που θα μειώσει και το χαρτόσημο του 3,6%, που επιβάλλεται.
Παλιοί επαγγελματίες ενεχυροδανειστές, που έως πρότινος φυτοζωούσαν δουλεύοντας με τα θύματα του τζόγου και άλλων ιδιαίτερων καταστάσεων, έχουν μπει τώρα σε έναν αγώνα δρόμου με την πληθώρα των νεόφερτων χρυσοθήρων, οι οποίοι μυρίζοντας το «αίμα» των απελπισμένων που άρχισε ήδη να ρέει, μαζεύτηκαν να αρπάξουν την εύκολη λεία. Τα πρώτα που εκποιούνται στην οικονομική απελπισία, είναι σαφώς τα κοσμήματα και οι λίρες. Λίρες, που θα εξαγοράσουν για 220-250 ευρώ το κομμάτι, όταν η επίσημη τιμή είναι μεταξύ 280 και 300 και στη μαύρη αγορά μπορεί να ξεπεράσουν τα 400 ευρώ.

«Είναι άδικο αυτό που συμβαίνει και ακόμη και αν έχει περίβλημα νομιμότητας -που πολλές φορές δεν έχει-, είναι επί της ουσίας ανήθικο. Εγώ δεν μπορώ να πάρω ένα παλιό δαχτυλίδι με διαμάντια, που θα το πουλούσα 3.000 με ένα χιλιάρικο. Δεν έχω κατ’ αρχήν ρευστό, πόσο μάλλον να το αγοράσω για 300 ή 400 ευρώ. Είναι αμαρτία από το Θεό. Δικαίως, όμως, κάποιος θα μπορούσε να αναρωτηθεί πού το βρίσκουν τόσο μετρητό αυτοί οι κύριοι;», λέει η κα Λιάνα, ιδιοκτήτρια ενός από τα παλαιότερα κοσμηματοπωλεία με αντίκες, στην οδό Περικλέους.

«Το μεγάλο φαγοπότι γίνεται κυρίως στις γειτονιές», επισημαίνει ο κ. Νίκος από πληροφορίες που ανταλλάσσει με συναδέλφους του. Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνει το γεγονός ότι πολλά γραφεία ξένων λειτουργούν με «υποκαταστήματα» σε διάφορα σημεία της Αθήνας. Πρώτοι, πριν περίπου ένα χρόνο, λέει ο κ. Θανάσης, παλιός χρυσοχόος στην οδό Λέκκα, ήρθαν οι Ιταλοί, ακολούθησαν οι Άγγλοι και οι Γερμανοί. Στο εργαστήριό του καταφεύγουν πολλοί, ή για την ακρίβεια πολλές, καθώς οι γυναίκες είναι αυτές που σε ποσοστό που αγγίζει το 90% επωμίζονται το βάρος της... εκποίησης των κοσμημάτων. Οι περισσότερες είναι χωρισμένες, παλιά ήθελαν να ξεφορτωθούν τα κοσμήματα τού πρώην, τώρα είναι η ανάγκη αυτή που τις οδηγεί. «Οι άνδρες ντρέπονται και απλώς στέλνουν τη γυναίκα τους», λέει.
Και στην πιάτσα της Ομόνοιας το τοπίο δεν αλλάζει. Οι νέοι έμποροι χρυσού κάνουν και εδώ θραύση, σύμφωνα με τον κ. Δημήτρη, που διατηρεί χρυσοχοείο στην περιοχή. Ο ίδιος σημειώνει ότι η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη νομιμότητα και το ομιχλώδες τοπίο είναι πολύ λεπτή. Σε ορισμένες δε περιπτώσεις ακόμη και κραυγαλέα ανύπαρκτη, αλλά ποιος τολμά να σηκώσει κεφάλι;

Έτσι, μέσα σε αυτό το κλίμα του φόβου και του πανικού λιώνει μαζί με τα κοσμήματα, που θα γίνουν πλακίδια χρυσού στα χέρια των χρυσοθήρων, η αξιοπρέπεια των νεόπτωχων και οι χαρές που ως δώρα πολύτιμα τα συνόδευαν.


ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Δημοσίευση σχολίου

[disqus][blogger]

MKRdezign

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.
Javascript DisablePlease Enable Javascript To See All Widget