Δέσποινα Σπανούδη ''Να μιλήσουμε για πρόσφυγες και μετανάστες ''

Όσοι ενδιαφέρονται για όσα συμβαίνουν γύρω τους, έχουν εδώ και χρόνια συνειδητοποιήσει ότι καθώς ο τρίτος κόσμος εξαθλιώνεται μέχρις εξαφανίσεως από την αδηφάγο παγκοσμιοποίηση, η χώρα μας θα γινόταν χώρος υποδοχής τεράστιων μεταναστευτικών και κυρίως προσφυγικών ροών.
Και επειδή εύλογο είναι ότι κάποτε θα έφτανε και η σειρά μας να εξαθλιωθούμε – αφού το κεφάλαιο είναι άπονο και χωρίς πατρίδα- δεν ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς αυτό που συμβαίνει σήμερα. Η ανθρωπιστική κρίση που διογκώνεται όσο πυροδοτούνται εστίες στη Συρία, στον Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στην Παλαιστίνη, στην Υεμένη, στην Λιβύη, σε πολλές χώρες της Αφρικής, δημιουργεί εκατομμύρια πρόσφυγες του πολέμου και της πείνας. Ο παραλογισμός όσων αναζητούσαν μια Ευρώπη- φρούριο αποτυπώνεται καθημερινά. Όσοι και να πατήσουν στα ναρκοπέδια, όσοι και να πνιγούν στην Μεσόγειο και στο Αιγαίο, οι απελπισμένοι θα περάσουν για να ενώσουν την απελπισία τους με τη δική μας. Το μόνο που θα καταφέρουν – και αυτό ίσως επιδιώκουν- όσοι φανατίζουν ρατσιστές, είναι μια γενικευμένη σύγκρουση ανάμεσα στους γηγενείς που προσπαθούν να περισώσουν τα ελάχιστα και σε αυτούς που δεν θάχουν τίποτε να χάσουν. Γιαυτό, το δουλεμπόριο ανθεί με την ανοχή και την υπόθαλψη της Ε.Ε. ενώ οι δομές υποστήριξης τόσο των χωρών προέλευσης των προσφύγων όσο και των χωρών υποδοχής τους παραμένουν αναιμικές. Γιαυτό και το πολύνεκρο ναυάγιο ανοιχτά της Λιβύης θα είναι ένα ακόμη περιστατικό στον μακρύ κατάλογο της φρίκης.
Η κατάσταση είναι εδώ και χρόνια ένα προδιαγραμμένο αδιέξοδο. Εάν οι παγκόσμιες τάσεις δεν ανακοπούν από μεγάλα ρεύματα ανατροπής, τότε οι λαοί της Ευρώπης θα χάνουν ολοένα και περισσότερα από τα κεκτημένα τους και οι πρόσφυγες θα χρησιμοποιούνται από τις άρχουσες τάξεις είτε μοχλοί πίεσης, είτε ως αποδιοπομπαίοι τράγοι, είτε και τα δύο μαζί. Μπορούμε να φανταστούμε μια κοινωνία όπου οι κατέχοντες πλούτη και εξουσία, θα βρίσκονται σε περιοχές κλειστές και περιφρουρημένες, εκτός των οποίων θα σπρώχνονται, θα πένονται και θα αλληλοσκοτώνονται όλοι οι υπόλοιποι. Τα διάφορα ιδεολογήματα του νεοφιλελευλευθερισμού που καταπίναμε αμάσητα επί χρόνια όπως η «ελεύθερη κίνηση εργαζομένων και κεφαλαίων», η «ελεύθερη αγορά» και ο «ελεύθερος ανταγωνισμός», οδηγούν με ταχύτητα σε ένα ολοκληρωτικό εφιάλτη. Οι νέες συμφωνίες εμπορίου μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ, επισφραγίζουν και τη δική μας είσοδο στον θαυμαστό τρίτο κόσμο. Εξάλλου το μεταναστευτικό πρόβλημα διογκώνεται και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
 Μέσα σε αυτή την περιγραφή, το μεταναστευτικό και προσφυγικό πρόβλημα μοιάζει ανυπέρβλητο στην γενική του εικόνα, όσο οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι. Η χώρα μας και οι σύμμαχοί της στην παγκόσμια τάξη, έχουν τη βασική ευθύνη γιαυτό.  Από την άλλη πλευρά, είναι γεγονός ότι δεν μπορούμε να διεκδικήσουμε κοινωνική ανασυγκρότηση, δημοκρατία, περιβαλλοντική προστασία, παιδεία και πολιτισμό σε μια χώρα που μετατρέπεται σε ανοιχτό στρατόπεδο συγκέντρωσης.  Δεν το διαλέξαμε, δεν το διάλεξαν οι άνθρωποι που καταφεύγουν εδώ,  αλλά συμβαίνει και πρέπει να τα βγάλουμε πέρα. Η μόνη δυνατότητα για να μην καταλήξουμε αγέλες που αλληλοσπαράσσονται τυφλά, είναι η οργανωμένη υποδοχή, φιλοξενία και ενσωμάτωση προσφύγων στον κοινωνικό ιστό, για να μην γίνονται θύματα παράνομων κυκλωμάτων. Η κάλυψη των βασικών αναγκών για να μην εξαναγκάζονται σε παραβατικές πράξεις για να επιβιώσουν. Η κατοχύρωση εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων προκειμένου να μην αποτελούν δεξαμενή φθηνής ή απλήρωτης εργασίας. Η νόμιμη παραμονή τους στη χώρα για να μην γεννιούνται αποκλεισμοί που οδηγούν σε αντιπαραθέσεις και μισαλλοδοξία. Μέχρι πότε; Μέχρις ότου ανατρέψουμε την κατάσταση των πραγμάτων. Μέχρι τότε το μόνο μας όπλο είναι η αλληλεγγύη.
 Λαθεμένο μου φαινόταν πάντα τ’ όνομα που μας δίναν:
«Μετανάστες».
Θα πει, κείνοι που αφήσαν την πατρίδα τους. Εμείς, ωστόσο,
δε φύγαμε γιατί το θέλαμε,
λεύτερα να διαλέξουμε μιαν άλλη γη.
Ούτε και σε μιαν άλλη χώρα μπήκαμε
να μείνουμε για πάντα εκεί, αν γινόταν.
Εμείς φύγαμε στα κρυφά. Μας κυνηγήσαν, μας προγράψανε.
Κι η χώρα που μας δέχτηκε, σπίτι δε θα ‘ναι, μα εξορία.
Έτσι, απομένουμε δω πέρα, ασύχαστοι, όσο μπορούμε πιο κοντά στα σύνορα,
προσμένοντας του γυρισμού τη μέρα, καραδοκώντας το παραμικρό
σημάδι αλλαγής στην άλλην όχθη, πνίγοντας μ’ ερωτήσεις
κάθε νεοφερμένο, χωρίς τίποτα να ξεχνάμε, ν’ απαρνιόμαστε,
χωρίς να συχωράμε τίποτ’ απ’ όσα έγιναν, τίποτα δε συχωράμε.
Α, δε μας ξεγελάει τούτη η τριγύρω σιωπή! Ακούμε ίσαμ’ εδώ
τα ουρλιαχτά που αντιλαλούν απ’ τα στρατόπεδά τους. Εμείς
οι ίδιοι μοιάζουμε των εγκλημάτων τους απόηχος, που κατάφερε
τα σύνορα να δρασκελίσει. Ο καθένας μας,
περπατώντας μες στο πλήθος με παπούτσια ξεσκισμένα,
μαρτυράει την ντροπή που τη χώρα μας μολεύει.
Όμως κανένας μας
δε θα μείνει εδώ. Η τελευταία λέξη
δεν ειπώθηκε ακόμα.
Μπ. Μπρεχτ, Ποιήματα,

μετάφραση. Μάριος Πλωρίτης, Θεμέλιο

Δημοσίευση σχολίου

[disqus][blogger]

MKRdezign

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.
Javascript DisablePlease Enable Javascript To See All Widget