H οδυνηρή εμπειρία της περιόδου 2010-2012 για την Πατρίδα και την Κοινωνία δημιούργησε νέους κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς που αποτυπώθηκαν ανάγλυφα στα αποτελέσματα των πρόσφατων διπλών εθνικών εκλογών. Στο νέο πολιτικό σκηνικό μπορεί, εύκολα, να επισημάνει κανείς την αποδόμηση των παλαιών πολιτικών κομμάτων και την αποδοκιμασία του πολιτικού προσωπικού της μεταπολίτευσης. Ένας ιστορικός κύκλος δείχνει να κλείνει οριστικά.
Η πρόσφατη διπλή εκλογική ετυμηγορία του ελληνικού λαού προσφέρει πολλαπλά μηνύματα και προσφέρεται για ενδιαφέρουσα πολιτική ανάλυση και ερμηνεία. Από τη μια πλευρά, η πολιτική ανάλυση με βάση τον παραδοσιακό άξονα «Αριστερά-Κέντρο-Δεξιά» δεν επαρκεί, σήμερα, για να ερμηνεύσει αυθεντικά και αποτελεσματικά την κοινωνική και πολιτική συγκυρία. Από την άλλη, η πολιτική ερμηνεία με βάση τις απλουστευμένες επιλογές διλημματικού χαρακτήρα: μνημόνιο ή αντι-μνημόνιο, ευρώ ή δραχμή, αυτόνομη πορεία ή ευρωπαϊκός δρόμος για την χώρα, αποτελεί μια αδύναμη, μονοδιάστατη και ελλειμματική προσέγγιση.
Μια πολιτική εκτίμηση -περισσότερο κοντά στην πραγματικότητα- θα συνεκτιμούσε, με ιδιαίτερο βάρος, τις νέες κοινωνικές διαστρωματώσεις αλλά και την οργή και το φόβο,
τη σύγχυση και την αβεβαιότητα που επηρέασαν καταλυτικά και ασυνήθιστα τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος. Υπό συνθήκες φόβου και αβεβαιότητας, η κυρίαρχη τάση στα ανώτερα και μεσαία εισοδηματικά στρώματα της κοινωνίας που έχουν ακόμα να χάσουν, εκφράστηκε εκλογικά με ψήφο σε ΝΔ ή δευτερευόντως σε ΠΑΣΟΚ και Δημοκρατική Αριστερά. Υπό συνθήκες οργής και ίσως κάποιας αμυδρής ελπίδας, η κυρίαρχη τάση στα μικρομεσαία στρώματα που βιώνουν την ραγδαία υποχώρηση του βιοτικού τους επιπέδου και έχουν ελάχιστα ή καθόλου να χάσουν πια, εκφράστηκε εκλογικά με ψήφο σε ΣΥΡΙΖΑ ή Ανεξάρτητους Έλληνες ή ακόμα και σε Χρυσή Αυγή.
τη σύγχυση και την αβεβαιότητα που επηρέασαν καταλυτικά και ασυνήθιστα τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος. Υπό συνθήκες φόβου και αβεβαιότητας, η κυρίαρχη τάση στα ανώτερα και μεσαία εισοδηματικά στρώματα της κοινωνίας που έχουν ακόμα να χάσουν, εκφράστηκε εκλογικά με ψήφο σε ΝΔ ή δευτερευόντως σε ΠΑΣΟΚ και Δημοκρατική Αριστερά. Υπό συνθήκες οργής και ίσως κάποιας αμυδρής ελπίδας, η κυρίαρχη τάση στα μικρομεσαία στρώματα που βιώνουν την ραγδαία υποχώρηση του βιοτικού τους επιπέδου και έχουν ελάχιστα ή καθόλου να χάσουν πια, εκφράστηκε εκλογικά με ψήφο σε ΣΥΡΙΖΑ ή Ανεξάρτητους Έλληνες ή ακόμα και σε Χρυσή Αυγή.
Οι νέες κοινωνικές και πολιτικές αποτυπώσεις εμφανίζονται να υπερβαίνουν τα ιδεολογικά οχυρώματα του παρελθόντος και την παραδοσιακή πολιτική γεωγραφία αναζητώντας σύγχρονο και αληθινό περιεχόμενο στις έννοιες: αριστερά, δεξιά, κοινωνική δικαιοσύνη, ανάπτυξη, πατριωτισμός κ.α. Σήμερα συγκροτούνται και εξελίσσονται νέες κοινωνικές συμμαχίες που φαίνονται ιδιότυπες και ετερόκλητες και διαπερνούν οριζόντια το σύνολο των παλαιών πολιτικών επιρροών. Δημιουργούνται νέες ενσωματώσεις και συνθέσεις κοινωνικών και πολιτιστικών δυνάμεων. Το παλαιό αργοπεθαίνει, το νέο κυοφορείται αλλά δεν έχει γεννηθεί ακόμα. Είναι το χαρακτηριστικό κάθε μεταβατικού σταδίου στο πολιτικό και κοινωνικό «γίγνεσθαι».
Στο δυναμικό κοινωνικό και πολιτικό αυτό σκηνικό, είναι ωφέλιμη κάθε «απόπειρα αναστοχασμού» σε κάθε πεδίο κοινωνικής δράσης.
Το συνδικαλιστικό κίνημα δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει τη νεοφιλελεύθερη επίθεση στη μισθωτή εργασία, τη βίαιη υποχώρηση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, την αποδόμηση του κράτους κοινωνικής πρόνοιας, τη φτωχοποίηση ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων (νεόπτωχοι, άστεγοι κ.α.). Και μάλλον δεν θα μπορέσει να το κάνει και στο άμεσο μέλλον όσο δεν αντιμετωπίζει τις δικές του εσωτερικές παθογένειες.
Το «μορφωτικό» έλλειμμα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας που συνεπάγεται έναν αδύναμο και σκιώδη πολιτικό και προγραμματικό λόγο, ο κυβερνητικός συνδικαλισμός από τη μια και ένας αδιέξοδος μηδενιστικός συνδικαλισμός από την άλλη, η συντεχνιακή λογική και η χαμένη ενότητα, διαμορφώνουν στρατηγικά μειονεκτήματα για τις δυνάμεις της εργασίας και οδηγούν στην απαξίωση. Η απαξίωση συντελείται τόσο σε συλλογικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Αφορά όλο το συνδικαλιστικό φάσμα κάθε ιδεολογικής και πολιτικής απόχρωσης.
Ο συνδικαλισμός απαξιώνεται όταν επιβραβεύει ή αποδέχεται την ανορθολογική πολιτική των επιδομάτων στο Δημόσιο Τομέα με κραυγαλέες εσωτερικές αντιφάσεις και μισθολογικές αδικίες, όταν εμφανίζεται συνεχώς να αρνείται χωρίς να προτείνει, όταν εμφανίζεται δέσμιος κυβερνητικών ή άλλων κομματικών συμφερόντων, όταν δεν σχεδιάζει αυτόνομα και δημιουργικά, όταν εκφράζεται με ιδεοληπτικές εμμονές και ορολογία ενός πολύ παλιού παρελθόντος, όταν δεν ανανεώνεται σε πρόσωπα και πρακτικές, όταν δεν χρησιμοποιεί το απεργιακό όπλο ως εργαλείο πίεσης και διαπραγμάτευσης αλλά ως αυτοσκοπό (ενδεικτικό παράδειγμα παρακμής και απαξίωσης είναι η αυτοαξιολόγηση συνδικαλιστικών ηγεσιών της ΟΛΜΕ με βάση το πλήθος των απεργιακών κινητοποιήσεων που εξαγγέλθηκαν στο χρόνο της θητείας τους χωρίς να αποτιμώνται η συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε αυτές και η αποτελεσματικότητά τους) κ.α.
Ο συνδικαλισμός απαξιώνεται όταν χρησιμοποιείται ιδιοτελώς ως όχημα προσωπικής επαγγελματικής ή οικονομικής ανέλιξης, αναρρίχησης σε θέσεις Διοίκησης, σε βουλευτικά ή υπουργικά έδρανα χωρίς πολιτική συνέπεια κ.α.
Το συνδικαλιστικό πρότυπο της μεταπολίτευσης δείχνει να έκλεισε τον δικό του ιστορικό κύκλο. Η ανταπόκριση του συνδικαλιστικού κινήματος στις σύγχρονες απαιτήσεις για γνήσια, αυτόνομη και αποτελεσματική έκφραση των δυνάμεων της εργασίας αποτελεί ανοικτό πεδίο προσωπικής επιλογής και ευθύνης.
*Αιρετός στο Περιφερειακό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΠΥΣΔΕ) Βοιωτίας
Δημοσίευση σχολίου