τι είπε ο Υποδιοικητής της ΤτΕ για την διαχείριση των κόκκινων δανείων

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
κ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΜΗΤΡΑΚΟΥ ΣΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΔΑΝΕΙΑ
«ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΕΝΑ ΕΘΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ ΚΟΚΚΙΝΩΝ ΧΡΕΩΝ» 7-8 ΜΑΪΟΥ 2017, ΑΘΗΝΑ
 Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί συμμετέχοντες,
 Με χαρά συμμετέχω σήμερα στην εκδήλωση αυτή καθώς η θεματολογία της σχετίζεται με ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια, αυτό της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
 Η αποτελεσματική διαχείριση του υψηλού αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτελεί, αναμφισβήτητα, τη σημαντικότερη πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει το εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων αφενός μειώνει τους διαθέσιμους πόρους των τραπεζών για νέες χρηματοδοτήσεις και αφετέρου αυξάνει το περιθώριο επιτοκίου που πρέπει να χρεώνουν οι τράπεζες, ώστε να αντισταθμίζεται ο αυξημένος πιστωτικός κίνδυνος που αναλαμβάνουν.
 Αμφότεροι οι παράγοντες αυτοί επηρεάζουν αρνητικά τόσο την προσφορά όσο και την ζήτηση νέων δανείων και ουσιαστικά ακυρώνουν το διαμεσολαβητικό ρόλο των τραπεζών μεταξύ αποταμίευσης και επένδυσης, επιβραδύνοντας την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας.
 Ποια είναι η κατάσταση σήμερα
 Με στοιχεία τέλους Δεκεμβρίου 2016, το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων ανερχόταν σε επίπεδο τραπεζών σε περίπου 106 δισεκ. ευρώ, εμφανίζοντας δείγματα βελτίωσης μετά το υψηλό σημείο των 108 δισεκ. ευρώ που καταγράφηκε στο τέλος Μαρτίου 2016. Το ήμισυ των δανείων σε καθυστέρηση είναι καταγγελμένα, ενώ τα υπόλοιπα κατανέμονται ισόποσα σε καθυστερούμενα άνω των 90 ημερών και σε αβέβαιης είσπραξης (unlikely to pay). Σημειώνεται επίσης ότι περίπου 15 δισεκ. ευρώ από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αφορούν δάνεια που τελούν σε καθεστώς νομικής προστασίας.
 Ως ποσοστό του συνόλου των δανείων, τα δάνεια σε καθυστέρηση ανέρχονται στο 44,7%, ενώ τα ποσοστά ανά κατηγορία δανείων, δηλ. για τα στεγαστικά, επιχειρηματικά και καταναλωτικά δάνεια διαμορφώνονται σε 41,5%, 44,4% και 54% αντίστοιχα. Ειδικά για τα επιχειρηματικά δάνεια, όπου υπάρχει μεγαλύτερη ανάλυση, την καλύτερη εικόνα εμφανίζουν τα δάνεια προς μεγάλες επιχειρήσεις (26,6%) και χειρότερη τα δάνεια των επιχειρήσεων μικρού και μεσαίου μεγέθους (58,9%) και κυρίως των πολύ μικρών επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών (68,3%). Υψηλά ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων καταγράφονται στην πλειονότητα των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας, με το πρόβλημα να είναι πιο έντονο στους κλάδους του εμπορίου (59,6%), των κατασκευών (54,7%) και της μεταποίησης (46,4%) οι οποίοι έχουν αντλήσει και τα υψηλότερα ποσά χρηματοδότησης σε σύγκριση με άλλους κλάδους.
 Το ήμισυ των δανείων σε καθυστέρηση καλύπτεται από συσσωρευμένες προβλέψεις, ενώ αν λάβουμε υπόψη και τις εμπράγματες εξασφαλίσεις, το ποσοστό κάλυψης προσεγγίζει το 100%.
 Ενέργειες που έχουν γίνει
 Η αντιμετώπιση ενός τόσο σημαντικού προβλήματος απαιτεί τη χάραξη και εφαρμογή Εθνικής Στρατηγικής για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων με τρόπο ρεαλιστικό, φιλόδοξο και με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. Οι προσπάθειες της Πολιτείας και της Τράπεζας της Ελλάδος κινήθηκαν σε τρεις κυρίως άξονες:
 • την ενίσχυση του εποπτικού και ρυθμιστικού πλαισίου
 • την άρση θεσμικών και διοικητικών εμποδίων
 • και τη δημιουργία δευτερογενούς αγοράς διαχείρισης και απόκτησης δανείων.
 Πιο αναλυτικά:
 (α) Ενίσχυση του εποπτικού και ρυθμιστικού πλαισίου
 Με την Πράξη Εκτελεστικής Επιτροπής 42/2014 η Τράπεζα της Ελλάδος υποχρέωσε τις τράπεζες:
 • να καθιερώσουν οργανωτικά ανεξάρτητη μονάδα διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων,
 • να θεσπίσουν σαφή στρατηγική διαχείρισης αυτών των δανείων,
 • να κατηγοριοποιήσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο χαρτοφυλάκιό τους με βάση σαφή κριτήρια και χαρακτηριστικά,
 • να αναπτύξουν τύπους ρύθμισης για κάθε κατηγορία μη εξυπηρετούμενων δανείων και να προβούν στην καλύτερη αξιολόγηση της οικονομικής κατάστασης των δανειοληπτών,
 • να μεριμνήσουν ώστε η υλοποίηση της διαχείρισης να υποστηρίζεται από τα κατάλληλα μηχανογραφικά συστήματα, διαδικασίες και συστήματα διοικητικής πληροφόρησης,
 • να υποβάλλουν αυξημένη πληροφόρηση προς την Τράπεζα της Ελλάδος όσον αφορά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (συνολικά, αλλά και ανά κατηγορία και κλάδο), αναφέροντας μεταξύ άλλων τους τύπους ρυθμίσεων και διευθετήσεων που εφαρμόζουν και τις ενέργειες διαχείρισης των καταγγελμένων απαιτήσεων.
 Αξίζει να τονιστεί ότι το πλαίσιο διαχείρισης και παρακολούθησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων που έχει θεσπίσει η Τράπεζα της Ελλάδος είναι το πλέον αναλυτικό στην Ευρωπαϊκή Ένωση και είχε σημαντική συμβολή στην αναβάθμιση των μηχανογραφικών συστημάτων και διαδικασιών στις οποίες προχώρησαν οι τράπεζες, ενώ οι εν λόγω πληροφορίες αποτελούν ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για τη χάραξη και εφαρμογή πολιτικής για τη διαχείριση των προβληματικών δανείων.
 Επιπρόσθετα, η Τράπεζα της Ελλάδος εξέδωσε τον Κώδικα Δεοντολογίας για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, μέσω του οποίου τράπεζες και δανειολήπτες, σταθμίζοντας τα οφέλη και τις συνέπειες εναλλακτικών λύσεων, μπορούν να συμφωνήσουν στην καταλληλότερη, κατά περίπτωση, λύση.
 (β) Άρση θεσμικών και διοικητικών εμποδίων
 Η Πολιτεία από την πλευρά της σχεδίασε τον Αύγουστο του 2015 μια Εθνική Στρατηγική για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων με στόχο την άμβλυνση των εμποδίων που είχαν εντοπιστεί στο θεσμικό πλαίσιο. Η εφαρμογή της στρατηγικής αυτής έχει προχωρήσει με σειρά νομοθετημάτων σχετικά με:
 • Τροποποίηση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ν. 4335/2015) με γνώμονα την επιτάχυνση των διαδικασιών ενώπιον των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, καθώς και την απλοποίηση και επιτάχυνση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Επίσης, τροποποιήθηκε η σειρά κατάταξης των πιστωτών κατά τη διανομή του πλειστηριάσματος προς όφελος των πιστωτών που έχουν εξασφαλίσεις.
• Βελτίωση του πλαισίου για τη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων νοικοκυριών (ν. 4336/2015, τροποποίηση του ν. 3869/2010) για την αντιμετώπιση του φαινομένου των στρατηγικών κακοπληρωτών και την αποτελεσματική προστασία των ευάλωτων δανειοληπτών.
• Τροποποίηση του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 4336/2015, τροποποίηση του ν. 3588/2007) με απλοποίηση της διαδικασίας εξυγίανσης και ειδικής εκκαθάρισης των επιχειρήσεων και θέσπιση του επαγγέλματος του διαχειριστή αφερεγγυότητας.
• Πρόσληψη και επιμόρφωση ειρηνοδικών με ταυτόχρονη αύξηση του αριθμού των συνεδριάσεων, ώστε να μειωθεί ο χρόνος αναμονής μέχρι την εκδίκαση των υποθέσεων του ν. 3869/2010. Ευρύτερα, λαμβάνεται μέριμνα για την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης.
• Διευθέτηση ζητημάτων που σχετίζονται με τη φορολογική μεταχείριση των διαγραφών δανείων τόσο για τους δανειολήπτες όσο και για τους πιστωτές, καθώς και με το σχηματισμό προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο.
• Σύσταση της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ), η οποία έχει αναλάβει σημαντικό συντονιστικό ρόλο στο πλαίσιο της υλοποίησης της εθνικής στρατηγικής για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ήδη λειτουργούν τρία Γραφεία Ενημέρωσης και Υποστήριξης Δανειοληπτών της ΕΓΔΙΧ, ενώ ο σχεδιασμός προβλέπει τη σταδιακή ανάπτυξη δικτύου 120 γραφείων σε όλη τη χώρα, που θα στελεχώνονται με κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό και θα έχουν συνεχή υποστήριξη από την ΕΓΔΙΧ.
 (γ) Δημιουργία δευτερογενούς αγοράς διαχείρισης και απόκτησης δανείων
 Με τους νόμους 4354/2015 και 4393/2016 δόθηκε η δυνατότητα ανάθεσης της διαχείρισης ή της μεταβίβασης εξυπηρετούμενων (υπό προϋποθέσεις) και μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σε εταιρίες διαχείρισης και εταιρίες απόκτησης, αντίστοιχα, απαιτήσεων από μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Με τη σειρά της, η Τράπεζα της Ελλάδος θέσπισε και το ρυθμιστικό πλαίσιο αδειοδότησης και εποπτείας των εταιριών διαχείρισης ή/και μεταβίβασης απαιτήσεων από δάνεια σε καθυστέρηση. Οι εταιρίες που έχουν επιλέξει να δραστηριοποιηθούν στην αγορά αυτή υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες όσον αφορά την προστασία των πιστούχων (νοικοκυριών και επιχειρήσεων) και οφείλουν να συμμορφώνονται με τα προβλεπόμενα από τον Κώδικα Δεοντολογίας. Σήμερα, έχουν χορηγηθεί τέσσερις άδειες, εκ των οποίων δύο σε θυγατρικές τραπεζών, ενώ οι αιτήσεις και άλλων εταιριών βρίσκονται σε διαδικασία αξιολόγησης.
 Επιχειρησιακοί στόχοι για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια
 Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή από τις τράπεζες επιχειρησιακών στόχων για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτελεί μία από τις βασικές πρωτοβουλίες και αναπόσπαστο στοιχείο της εθνικής στρατηγικής για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Η σημασία της στοχοθεσίας αναγνωρίζεται και στις πρόσφατες οδηγίες της Τραπεζικής Εποπτείας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) προς τις τράπεζες, σχετικά με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
 Υπό το πρίσμα αυτό, η Τράπεζα της Ελλάδος, σε στενή συνεργασία με την Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ, συμφώνησε με τις τράπεζες από το Σεπτέμβριο του 2016 μια σειρά από φιλόδοξους αλλά ρεαλιστικούς επιχειρησιακούς στόχους για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, οι οποίοι συνοδεύονται από βασικούς δείκτες απόδοσης. Οι επιχειρησιακοί στόχοι που έχουν επιλεγεί προσφέρουν μια πλήρη εικόνα για τους δείκτες ποιότητας ενεργητικού των τραπεζών, τις ενέργειες των διοικήσεων των τραπεζών για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και την αποτελεσματικότητά των εν λόγω ενεργειών.
 Ειδικότερα, έχουν τεθεί τριμηνιαίοι στόχοι για το 2017 και ετήσιοι για τα έτη 2018 και 2019, οι οποίοι έχουν πλήρως ενσωματωθεί στη στρατηγική των τραπεζών για την αντιμετώπιση του προβλήματος, ενώ κατά τη στοχοθεσία λήφθηκαν υπόψη τα χαρακτηριστικά του χαρτοφυλακίου, της οργάνωσης και της λειτουργικής ικανότητας κάθε τράπεζας. Οι τράπεζες έχουν αναπτύξει εξειδικευμένα μοντέλα για να υποστηρίξουν την προσαρμογή των επιχειρησιακών τους στόχων, λαμβάνοντας υπόψη τις εκάστοτε μακροοικονομικές παραδοχές.
 Η επίτευξη των επιχειρησιακών στόχων παρακολουθείται σε τριμηνιαία βάση, με τις τράπεζες να υποβάλλουν αναλυτική πληροφόρηση σχετικά με την εξέλιξη των επιχειρησιακών στόχων για τους βασικούς δείκτες απόδοσης. Υποβάλλουν επίσης συνοδευτικό σημείωμα, όπου περιγράφουν τους παράγοντες που διαμορφώνουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και τους λόγους για τυχόν απόκλιση των υφιστάμενων μεγεθών σε σχέση με τους στόχους. Η Τράπεζα της Ελλάδος, σε συνεργασία με την Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ, αξιολογεί τα στοιχεία και τις αναλύσεις των τραπεζών και πραγματοποιεί συναντήσεις με τα αρμόδια στελέχη τους. Επίσης, παρακολουθεί στενά την εφαρμογή της στρατηγικής των τραπεζών και τις προγραμματιζόμενες ενέργειες και θα ζητά, σε συνεργασία με την Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ, εφόσον αυτό κριθεί σκόπιμο, επιπρόσθετα διορθωτικά μέτρα.
 Τα τέσσερα συστημικά πιστωτικά ιδρύματα και τα τρία μεγαλύτερα μη συστημικά πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να υποβάλλουν το σύνολο των εννέα επιχειρησιακών στόχων και των βασικών δεικτών απόδοσης, ενώ τα υπόλοιπα μη συστημικά πιστωτικά ιδρύματα υποβάλλουν ένα πιο περιορισμένο αριθμό επιλεγμένων επιχειρησιακών στόχων και βασικών δεικτών απόδοσης.
 Ποιοι είναι όμως αυτοί οι επιχειρησιακοί στόχοι για τους οποίους γίνεται τόση κουβέντα τους τελευταίους μήνες και τι επιδιώκεται με την παρακολούθησή τους;
 Οι τρεις πρώτοι είναι στόχοι αποτελεσμάτων:
 • Υπόλοιπο (προ προβλέψεων) των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (στόχος 1)
• Υπόλοιπο (προ προβλέψεων) δανείων σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών (στόχος 2).
• Ανάκτηση σε μετρητά (από εισπράξεις τόκων, προμηθειών, αποπληρωμών κεφαλαίου, διακανονισμών, ρευστοποίηση εξασφαλίσεων, μεταβιβάσεων) μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το μέσο υπόλοιπο των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ο στόχος αποβλέπει στην παρακολούθηση των εισπράξεων τόσο από αποπληρωμές όσο και από ρευστοποιήσεις και μεταβιβάσεις δανείων (στόχος 3).
 Οι υπόλοιποι στόχοι είναι στόχοι δράσεων:
 • Υπόλοιπο δανείων με μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις προς το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των ρυθμισμένων με μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις εξυπηρετούμενων δανείων (στόχος 4). Ο στόχος αυτός παρακολουθεί τη σύνθεση των λύσεων ρύθμισης που προσφέρονται σε πελάτες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες. Σημειώνεται ότι ως μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις θεωρούνται αυτές που καλύπτουν περίοδο μεγαλύτερη των δύο ετών και δύνανται να αποκαταστήσουν τη βιωσιμότητα του δανειολήπτη.
 • Υπόλοιπο μη εξυπηρετούμενων δανείων για περίοδο άνω των 720 ημερών, τα οποία δεν έχουν καταγγελθεί, προς το άθροισμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων για περίοδο άνω των 720 ημερών τα οποία δεν έχουν καταγγελθεί και των καταγγελμένων δανείων (στόχος 5).
 • Υπόλοιπο καταγγελμένων δανείων για τα οποία έχουν κινηθεί νομικές διαδικασίες προς το σύνολο των καταγγελμένων δανείων (στόχος 6). Ο στόχος αυτός επιδιώκει την ενεργή διαχείριση των δανείων που πολύ δύσκολα μπορούν να ανακτηθούν.
 • Υπόλοιπο μη εξυπηρετούμενων δανείων βιώσιμων επιχειρήσεων (μικρού και μεσαίου μεγέθους) για τις οποίες έχει διενεργηθεί ανάλυση βιωσιμότητας τους τελευταίους δώδεκα μήνες προς το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων βιώσιμων επιχειρήσεων (μικρού και μεσαίου μεγέθους, στόχος 7). Συγκεκριμένα, ο στόχος αυτός εξετάζει το ποσοστό των ενεργών ΜΜΕ για τις οποίες έχει διενεργηθεί ανάλυση βιωσιμότητας τους τελευταίους δώδεκα μήνες.
 • Υπόλοιπο μη εξυπηρετούμενων δανείων κοινών πιστούχων (για μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια και δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις) για τους οποίους έχει εφαρμοστεί κοινή λύση αναδιάρθρωσης από τις εμπλεκόμενες τράπεζες (στόχος 8). Ο στόχος εξετάζει τις προσπάθειες των τραπεζών να προσφέρουν από κοινού λύσεις ρύθμισης σε κοινούς πελάτες που είναι μικρομεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις.
 • Υπόλοιπο μη εξυπηρετούμενων δανείων προς μεγάλες επιχειρήσεις για τα οποία η τράπεζα έχει αναθέσει σε εξειδικευμένο σύμβουλο την υλοποίηση σχεδίου λειτουργικής αναδιάρθρωσης (στόχος 9). Ο στόχος αποσκοπεί στην παρακολούθηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μεγάλων επιχειρήσεων για τα οποία η τράπεζα έχει ορίσει ειδικό για την εφαρμογή σχεδίου αναδιάρθρωσης της επιχείρησης.
 Συνολικά, οι τράπεζες έθεσαν ως στόχο τη μείωση του υπολοίπου των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 38% για την περίοδο Ιουνίου 2016-Δεκεμβρίου 2019, διαμορφώνοντας το αναμενόμενο υπόλοιπο των ΜΕΑ στα 66,7 δισεκ. ευρώ στο τέλος του 2019. Αναφορικά με τη συμβολή των επιμέρους κατηγοριών δανείων, το 58% της μείωσης εκτιμάται ότι θα προέλθει από τα επιχειρηματικά, το 22% από τα καταναλωτικά και το 21% από τα στεγαστικά δάνεια. Κατά την ίδια περίοδο, τα δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών αναμένεται να μειωθούν κατά 49%, από 78,3 δισεκ. ευρώ τον Ιούνιο του 2016 σε 40,2 δισεκ. ευρώ το 2019, με το σχετικό δείκτη να εκτιμάται ότι θα μειωθεί από 37% σε 20% το 2019.
 Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζών, το μεγαλύτερο ποσοστό της μείωσης θα επιτευχθεί κατά τα δύο τελευταία έτη, το 2018 και το 2019, και εκτιμάται ότι θα προέλθει κυρίως από τις επιτυχείς ρυθμίσεις δανείων, δηλαδή την αποκατάσταση της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων που βρίσκονται επί του παρόντος σε καθυστέρηση, με το ποσό να εκτιμάται σε 30,8 δισεκ ευρώ, από διαγραφές δανείων ύψους 13,9 δισεκ. ευρώ, καθώς και, σε μικρότερο βαθμό, από ρευστοποιήσεις εξασφαλίσεων (11,5 δισεκ. ευρώ) και μεταβιβάσεις δανείων (7,4 δισεκ. ευρώ). Αντίθετα, αρνητική συμβολή εκτιμάται ότι θα έχει η συσσώρευση νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων (30,4 δισεκ. ευρώ). Σύμφωνα με τις υποβολές των δύο τελευταίων τριμήνων του 2016, τα πρώτα δείγματα αναφορικά με την επίτευξη των στόχων είναι ενθαρρυντικά.
 Αξίζει επίσης να επισημανθεί ότι τα μεγέθη της προηγούμενης στοχοθεσίας δημιουργούν συνθήκες τεκμαρτής αύξησης της προσφοράς δανείων, η οποία εκτιμάται ότι μπορεί να φθάσει και τα 20 δισεκ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2019.
 Επόμενα βήματα και προοπτικές
 Είναι φανερό από την προηγούμενη παρουσίαση, ότι έχει πλέον διαμορφωθεί το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο για την χωρίς προσκόμματα διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ο σχεδιασμός αυτός από μόνος του δεν εγγυάται την επιτυχή ολοκλήρωση της προσπάθειας αυτής χωρίς την από κοινού προσπάθεια όλων των εμπλεκομένων (τράπεζες, δανειολήπτες, πολιτεία, παραγωγικοί φορείς, κοινωνία πολιτών κ.ά.). Πρέπει οι τράπεζες από την πλευρά τους να επιδιώξουν με αποφασιστικότητα την επίτευξη των επιχειρησιακών τους στόχων για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, συνεισφέροντας παράλληλα τεχνογνωσία στην αναδιάρθρωση βιώσιμων επιχειρήσεων, με αλλαγές στη δομή, στον επιχειρησιακό σχεδιασμό και, όπου είναι αναγκαίο, στη διοίκηση των επιχειρήσεων. Οι επιχειρήσεις από την πλευρά τους, οφείλουν να αναλάβουν πρωτοβουλίες ενίσχυσης της κεφαλαιακής τους βάσης, αναδιάρθρωσης των εταιρικών τους δομών και των δραστηριοτήτων τους, επιδίωξης συνεργασιών, προσανατολισμού προς αγορές του εξωτερικού και διαφοροποίησης των πηγών χρηματοδότησής τους.
 Για το αμέσως προσεχές διάστημα, σημαντική προτεραιότητα αποτελεί η ενεργοποίηση του πρόσφατα ψηφισθέντος από την Βουλή μηχανισμού για την εξωδικαστική διευθέτηση οφειλών. Ο μηχανισμός αυτός αποτελεί ένα πρόσθετο εργαλείο διαχείρισης που συγκεντρώνει ορισμένα σημαντικά πλεονεκτήματα. Ενδεικτικά να αναφέρω την καθολική αντιμετώπιση όλων των οφειλών στην κατεύθυνση της εξεύρεσης μιας συνολικής λύσης, την οικιοθελή προσέλευση της υπερχρεωμένης επιχείρησης, το συνεκτικό χρονοδιάγραμμα επίλυσης του προβλήματος, την ηλεκτρονική πλατφόρμα διαχείρισης, τη νομική κατοχύρωση της τελικής συμφωνίας κ.ά. Τα πλεονεκτήματα αυτά θα συμβάλουν στην ταχεία, αποτελεσματική και διαφανή συνολική ρύθμιση των χρεών επιχειρήσεων προς ιδιώτες και φορείς του Δημοσίου (π.χ. εφορία, ασφαλιστικά ταμεία κ.λπ.), ενώ οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από πλευράς πληροφόρησης και στοιχείων, για τη συμμετοχή στο μηχανισμό, κάνουν πολύ δύσκολη την αξιοποίησή του από στρατηγικούς κακοπληρωτές.
 Σημαντικό βήμα στην αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτελεί και η ανάπτυξη εφαρμογής για τη διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών ακινήτων η οποία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, ενώ αναμένεται να τεθεί σε πιλοτική εφαρμογή πολύ σύντομα και σε πλήρη εφαρμογή έως το τέλος του Αυγούστου. Θετικά επίσης εκτιμάται ότι θα συμβάλει και η τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου αναφορικά με τις εταιρίες διαχείρισης στην κατεύθυνση της «ελάφρυνσης» των διαδικασιών και της γραφειοκρατίας, διευκολύνοντας έτσι την είσοδο στην αγορά περισσότερων εταιριών.
 Κυρίες και κύριοι,
 Η επίτευξη της προκαταρκτικής συμφωνίας στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης που επιτεύχθηκε πριν από λίγες ημέρες αποτελεί σημείο καμπής. Η συμφωνία, εκτός από τις αναγκαίες νομοτεχνικές βελτιώσεις που θα επιφέρει στο υφιστάμενο πλαίσιο διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα προσφέρει ξεκάθαρες προοπτικές σταθερότητας και ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Επιπλέον, θα ενεργοποιήσει με βάση τα συμφωνηθέντα, και θα επιταχύνει, τις συζητήσεις για την εξεύρεση βιώσιμης λύσης στο ζήτημα της αναδιάρθρωσης του Δημοσίου χρέους. Αυτό πιστοποιούν και οι πρώτες αντιδράσεις από τις αγορές, όπως αυτές ενδεικτικά αντανακλώνται στην αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων.
 Στο νέο αυτό αισιόδοξο περιβάλλον που διαμορφώνεται, μέσα και από την διαχείριση του προβλήματος του ιδιωτικού χρέους μπορούμε ως κοινωνία, πολιτεία, παραγωγικοί, θεσμικοί και άλλοι φορείς να διαμορφώσουμε ευνοϊκές συνθήκες μεταστροφής της ελληνικής οικονομίας προς κλάδους αυξημένης προστιθέμενης αξίας, που χαρακτηρίζονται από εξωστρέφεια και δυναμική για τα εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες, με εξαγωγικό προσανατολισμό, με έμφαση στην καινοτομία και τις νέες τεχνολογίες. Οι αναγκαίες αναδιαρθρώσεις, πρέπει να βρίσκονται σε αρμονία με την ολοκληρωμένη αναπτυξιακή στρατηγική για την εδραίωση ενός νέου υποδείγματος βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης, η οποία αναμένεται να αποτελέσει σύντομα αντικείμενο ανοικτής διαβούλευσης με όλους τους εμπλεκόμενους οικονομικούς και κοινωνικούς φορείς. Στα σχέδια αυτά γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στην παραγωγική ανασυγκρότηση μέσα από τη στήριξη των νέων επιστημόνων, την επένδυση στην έρευνα και την καινοτομία, τη μετάβαση στην οικονομία της γνώσης και την ενίσχυση της νεανικής επιχειρηματικότητας.
 Κλείνοντας, γίνεται αντιληπτό ότι η αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα συμβάλει στην απελευθέρωση πόρων για τη χρηματοδότηση της υγιούς επιχειρηματικότητας και τη στροφή της ελληνικής οικονομίας προς καινοτόμους και εξαγωγικούς κλάδους. Ο εντοπισμός των επιχειρήσεων με προοπτικές βιωσιμότητας, για τις οποίες θα πρέπει να εφαρμοστούν μακροπρόθεσμες λύσεις αναδιάρθρωσης, σε συνδυασμό με την προσέλκυση νέων κεφαλαίων είναι μια πολύ δύσκολη και πολύπλοκη διαδικασία η οποία θα πρέπει από την μία πλευρά να εντοπίζει και να επιβραβεύει την υπεύθυνη επιχειρηματικότητα που λόγω της παρατεταμένης και βαθιάς οικονομικής ύφεσης «γονάτισε» στο βάρος των αυξημένων υποχρεώσεών της προς τράπεζες, προμηθευτές, φορολογικές αρχές και οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και η οποία δικαιούται μια δεύτερη ευκαιρία, και ταυτόχρονα να είναι αυστηρή με τους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Υπό το πρίσμα αυτό, εκτιμώ ότι ως κοινωνία πρέπει να βλέπουμε την αναδιάρθρωση των δανείων, ως ευκαιρία για «ανασύνταξη υγειών δυνάμεων» και εφαλτήριο προόδου. Η συνολική διευθέτηση των οφειλών με δίκαιο, αποτελεσματικό και κοινωνικά ευαίσθητο τρόπο μπορεί να αποβεί επωφελής για όλους τους εμπλεκομένους ενισχύοντας επιπλέον την κοινωνική συνοχή. Η όλη διαδικασία είναι βέβαιο ότι απαιτεί κοινωνικές συγκλίσεις, οι οποίες μετά από τα τόσο πλούσια διδάγματα και το τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό κόστος της τρέχουσας κρίσης, είναι σήμερα κατά τη γνώμη μου απολύτως εφικτές.


panos leliatsos, bankstersae.blogspot.gr

διαχείριση των κόκκινων δανείων

Δημοσίευση σχολίου

[disqus][blogger]

MKRdezign

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.
Javascript DisablePlease Enable Javascript To See All Widget