Η πορεία προς το '' ΟΧΙ ''


Γιατί οδηγήθηκε η Ελλάδα στον πόλεμο και πώς βρέθηκε στην εξουσία ο Μεταξάς

Δεν θα επαναλάβουμε στο σημερινό ιστορικό σημείωμα τα καθιερωμένα για την επίσκεψη του Ιταλού πρεσβευτή στον Ι. Μεταξά και το ΟΧΙ του τελευταίου. Αυτά λίγο-πολύ είναι γνωστά στους αναγνώστες. Καλό είναι να δούμε γιατί οδηγήθηκε η Ελλάδα στον πόλεμο και πώς βρέθηκε στην εξουσία ο Μεταξάς. Το δεύτερο έχει μεγάλη σημασία, διότι ένας στρατιωτικός γερμανόφιλος βρέθηκε πρωθυπουργός σε χώρα υπό βρετανική επιρροή.

Η Βρετανία, ήταν αντίθετη με την διακηρυγμένη ουδετερότητα των βαλκανικών χωρών στον αναμενόμενο πόλεμο, διότι προσέκρουε στα συμφέροντά της. Όσες περισσότερες χώρες αντιστέκονταν στον Άξονα, τόσο περισσότερες δυσκολίες θα συναντούσε αυτός και τόσες λιγότερες επιπτώσεις θα είχε στη Βρετανία ο πόλεμος.

Λογική εξέλιξη του παραπάνω συλλογισμού, είναι να φρόντιζε η Βρετανία αφενός την έξοδο των Βαλκανικών χωρών στο πλευρό της και αφετέρου να είχαν την στρατιωτική ισχύ ώστε να προκαλέσουν ζημίες στον άξονα. Με την Ελλάδα το πρόβλημα ήταν διττό. Και ουδέτερη ήθελε να παραμείνει και από πλευράς στρατιωτικής ισχύος ήταν σε χειρότερη θέση και από αυτήν του 1897.

Η στρατιωτική αδυναμία της Ελλάδας ήταν επίσης διττή. Αφ’ ενός είχε αναστατωμένο στράτευμα, με συνεχή κινήματα, με χαμηλό ηθικό και αφετέρου ο στρατιωτικός εξοπλισμός ήταν σε νηπιώδη κατάσταση. Η Βρετανία έπρεπε να φροντίσει την θεραπεία και των δύο. Το πρώτο το οποίο έκανε ήταν με το κίνημα του Κονδύλη να επαναφέρει την Βασιλεία στην Ελλάδα. Ο Γεώργιος Β΄ είχε προτίμηση στην βρετανική πολιτική και δεν είχε καμιά σχέση με τον Κωνσταντίνο του 1912.

Από το 1933 έως το 1935 άλλαζαν συνεχώς οι αρχηγοί του στρατεύματος και οι υπουργοί Στρατιωτικών, ώσπου να βρεθούν οι κατάλληλοι προκειμένου να ηρεμήσει το στράτευμα. Ανεπιτυχώς όμως. Έμενε ο Ι. Μεταξάς, προς τον οποίο έτρεφε μεν αντιπάθεια η βρετανική πολιτική, αλλά δεν υπήρχε άλλη λύση. Ο Ι. Μεταξάς, μπορεί να μη είχε μεγάλη πολιτική επιρροή (επτά βουλευτές στη Βουλή), ως στρατιωτικός όμως είχε την εμπιστοσύνη και αυτού του Βενιζέλου, ο οποίος τον είχε επιλέξει άλλωστε ως αρχηγό του επιτελείου του στους Βαλκανικούς Πολέμους.

Ο Ι. Μεταξάς ορκίζεται υπουργός Στρατιωτικών και προκειμένου να μη υπάρξουν αντιδράσεις από τους βενιζελικούς, υποχρεώνεται ο ίδιος ο Βενιζέλος να στείλει το γνωστό τηλεγράφημα στο βασιλιά, όπου έγραφε μεταξύ άλλων, ότι η ενέργεια να αναλάβει το υπουργείο Στρατιωτικών ο Μεταξάς και να επέλθει ηρεμία στο στράτευμα, τον υποχρεώνει να αναφωνήσει «Ζήτω ο Βασιλεύς». Κεραυνός ήταν για τους βενιζελικούς το τηλεγράφημα του αρχηγού τους, υπάκουσαν όμως και όταν μετ’ ολίγο επήλθε ο θάνατος του πρωθυπουργού Δεμερτζή, ψηφίζεται ως πρωθυπουργός ο Μεταξάς όχι μόνο από το φιλοβασιλικό αλλά και από το βενιζελικό κόμμα (241 ναι, 19 όχι και 40 αποχές).

Το στράτευμα ηρέμησε αλλά έπρεπε και να εξοπλιστεί. Η κυβέρνηση κατάρτισε έναν προϋπολογισμό, ύψους 6 δισ. 130 εκατ. δραχμών (με δραχμές του 2000, περίπου 6 τρισ. δραχμές) επιμεριζόμενο όμως σε οκτώ χρόνια, αφού το Ταμείο ήταν άδειο, λόγω της πτώχευσης του 1932-33. Οι Άγγλοι αρνήθηκαν να μας εξοπλίσουν, παρά την αρχική συμφωνία, διότι χρειάζονταν τα όπλα για τον εαυτό τους, κι αυτό το εκμεταλλεύτηκε η γερμανική προπαγάνδα, που ήθελε να υποχρεώσει την Ελλάδα ώστε να παραμείνει ουδέτερη.

Η γερμανική κυβέρνηση πρότεινε, και έγινε αποδεκτό, να χορηγήσει εκείνη ισόποσο δάνειο, για αγορά γερμανικών όπλων, το οποίο θα αποπληρωνόταν με κλήριγκ (την παραγωγή του καπνού πέντε ετών). Εκ του μη όντος, η Ελλάδα βρέθηκε εξοπλισμένη με γερμανικά όπλα, και μάλιστα άμεσα, και όχι σε διάστημα οκτώ ετών. Ο δε υπουργός Οικονομικών Ζαβιτσιάνος, περιχαρής από τη συμφωνία, άφησε αυτήν να διαρρεύσει, και ο Μεταξάς τον υποχρέωσε σε παραίτηση.

Πολεμήσαμε τους Ιταλούς (και μετ’ έπειτα τους Γερμανούς) με γερμανικό οπλισμό. Μάλιστα ο υπουργός εξωτερικών της Ιταλίας, Τσιάνο, έγραψε στο δημοσιευμένο ημερολόγιό του: «15 Νοε 1940. Μας λείπουν κανόνια, ενώ το ελληνικό πυροβολικό είναι μοντέρνο και διοικείται καλώς».

Το ένα σκέλος του βρετανικού σχεδίου πέτυχε (δεν ήταν δύσκολο να πεθάνει ο Μεταξάς από «αμυγδαλές», όταν πια δεν θα τον χρειάζονταν). Για το δεύτερο σκέλος, να πεισθεί δηλαδή η Ιταλία να επιτεθεί στην Ελλάδα, δεν χρειάζεται να πω κάτι άλλο, παρά να παραθέσω ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Πασκουάλε Βιλλάρι «Η εξωτερική πολιτική του Μουσολίνι», όπου φέρνει στο φως δυο επιστολές του Τσώρτσιλ προς τον Ιταλό δικτάτορα: «Αν η Ιταλία αποφάσιζε να εξέλθει μεταγενεστέρως στον πόλεμο, θα έπρεπε να δράσει κυρίως εις τα Βαλκάνια δια να εμποδίσει την Γερμανία να κατέλθει εκεί. Και εν πάση περιπτώσει, αν η Ιταλία έκρινε σκόπιμη μία επιχείρηση εις την Ελλάδα, η Μεγάλη Βρετανία δεν θα αντιτασσόταν».

Ο Τσώρτσιλ, ως γνωστόν, πρόσφερε τη Ρόδο στους Τούρκους, αν έβγαιναν κι αυτοί στον πόλεμο.

Ο Μουσολίνι πείσθηκε, βοηθούντος και του ΥΠΕΞ Τσιάνο, που ήταν και γαμπρός του. Αργά κατάλαβε την παγίδα, κι εκτέλεσε (και για άλλους λόγους) τον γαμπρό του ως πράκτορα των Βρετανών.

Επιμύθιο: Αν μου επιτραπεί, σύσταση προς τους φίλους αναγνώστες. Την πραγματική ιστορία την βρίσκει κανείς στα Αρχεία των αρμόδιων υπουργείων. Διότι τα ιστορικά μυθιστορήματα, ιδίως πολιτικών, πολλές φορές παραπλανούν.


ΠΗΓΗ  Ο Μακεδών

Δημοσίευση σχολίου

[disqus][blogger]

MKRdezign

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.
Javascript DisablePlease Enable Javascript To See All Widget